Συγγραφέας Έρευνας: Ελένη Θεοδωράκη, Ρεφλεξολόγος. Έτος 2004.
Η Παρουσίαση του άρθρου Έρευνας έγινε στην 3η Ημερίδα Ρεφλεξολογίας το 2004 στο Πολιτιστικό Κέντρο Παλαιού Φαλήρου.
ΑΠΛΗ ΤΕΧΝΙΚΗ ΠΑΡΟΥΣΙΑΣΗ ΤΗΣ ΑΡΧΗΣ ΤΟΥ ΚΥΟ ΖΙΤΣΟΥ ΣΤΟ ΣΙΑΤΣΟΥ
ΠΡΟΤΑΣΗ ΕΦΑΡΜΟΓΗΣ ΤΗΣ ΣΤΗ ΡΕΦΛΕΞΟΛΟΓΙΑ
Το κύο ζίτσου συνήγορος μιας ήπιας θεραπευτικής
Η ιδέα μου να παρουσιάσω την αρχή του κύο ζίτσου στο σιάτσου και την τεχνική πιέσεων που τη συνοδεύει ήρθε αφ’ ενός επειδή εγώ είμαι πολύ ευαίσθητη στην πίεση και αισθάνθηκα άσχημα σαν δέκτης είτε ρεφλεξολογίας είτε σιάτσου λόγω υπερβολικά ισχυρών και/ή απότομων πιέσεων στα αντανακλαστικά σημεία. Αφ’ ετέρου η εμπειρία μου εξασκώντας το μασάζ, το σιάτσου και τη ρεφλεξολογία με οδήγησε στη διαπίστωση ότι ορισμένοι δέκτες σε δεδομένες χρονικές στιγμές χρειάζονται ισχυρές πιέσεις, σε γρήγορους ρυθμούς, ενώ άλλοι όχι. Η ενασχόλησή μου με τη θεωρία και τεχνική του σιάτσου μου έδωσε ένα δυνατό εργαλείο χρήσιμο για να προσαρμοστώ στις απαιτήσεις του εκάστοτε δέκτη. (Πρόκειται λοιπόν για μία τεχνική που βασίζεται σε μία ενεργειακή “διάγνωση” – Θέτω τον όρο διάγνωση εντός εισαγωγικών, γιατί δεν πρόκειται για μια πραγματική διάγνωση, δηλαδή διάγνωση οτι ένα όργανο πάσχει, ούτε μία ενεργειακή διάγνωση, όπως σύμφωνα με την Παραδοσιακή Ανατολική Ιατρική, αλλά για μια απλή ανάγνωση. Δηλαδή πιστοποίηση οτι ένα σημείο είναι άδειο ή γεμάτο ή πιό άδειο ή πιο γεμάτο από ένα άλλο- που απορρέει από μία αρχή : αυτή του κύο/ανεπάρκεια-ζίτσου υπερβολή)
Επιπλέον κατά την πρώτη χρονιά της πρακτικής μου στη ρεφλεξολογία, ένα διάστρεμμα στον αντίχειρα του ενεργού μου χεριού με υποχρέωσε να δουλεύω πολύ προσεκτικά. Διαισθητικά, για να προστατέψω τον αντίχειρα του δυνατού μου χεριού, που από τη φύση του δεν είναι πολύ δυνατό, χρησιμοποίησα μια τεχνική απλών πιέσεων που περιόριζε την ένταση στους συνδέσμους του πονεμένου δακτύλου και μου επέτρεπε τη μεγαλύτερη δυνατή πίεση. Εκ των υστέρων συνειδητοποίησα οτι η τεχνική που χρησιμοποιούσα ήταν αυτή της κάθετης δακτυλοπίεσης με μιά ιδιαίτερη γωνία του αντίχειρά μου, με σταδιακή διείσδυση, σε μικρότερο ή μεγαλύτερο βάθος και ρυθμό, και οτι στην ουσία εφάρμοζα την αρχή του κύο-ζίτσου. Ένας ρεφλεξολόγος που κάνει πολλές συνεδρίες σε μια μέρα μπορεί να χρησιμοποιεί την τεχνική αυτή για να ανακουφίζει τα χέρια του από την κούραση (εφόσον βέβαια θεωρεί καλό το να συνεχίσει να δουλεύει με τα χέρια και όχι με το ξυλαράκι) ή για να την προλάβει.
Ένας άλλος λόγος που με ώθησε να παρουσιάσω αυτό το θέμα είναι οτι η εκμάθηση της διάγνωσης κύο-ζίτσου, επειδή απαιτεί μία εκλέπτυνση της ευαισθησίας του ασκούντος, τον βοηθά να προσαρμόσει πραγματικά τη δύναμη που ασκεί, για να τη χρησιμοποιήσει ουσιαστικά και αποτελεσματικά και όχι άσκοπα.
Η προοδευτική διείσδυση, προσαρμοσμένη στην ευαισθησία του δότη δεν πονά παρά μόνο εκεί που είναι απαραίτητο, δηλαδή εκεί που υπάρχουν πραγματικά αντανακλαστικοί πόνοι και στο βάθος πού αυτοί παρουσιάζονται (ένα σημείο μπορεί να είναι επώδυνο όχι στην πρώτη επαφή, αλλά σε κάποιο μικρό ή μεγαλύτερο βάθος).
Η ρεφλεξολογία στην Ελλάδα έχει την φήμη μιάς επώδυνης τεχνικής. Όντως η ρεφλεξολογία χρησιμοποιεί τον πόνο, αλλά ο πόνος που θεραπεύει, συνήθως δεν αφήνει άσχημες εντυπώσεις. Η θετική εντύπωση υπερισχύει γιατί το σώμα “ξέρει”. Ήδη ο τρόπος που μαθαίνουμε να δουλεύουμε στο Κέντρο Ρεφλεξολογίας και Έρευνας ενσωματώνει διάφορες ήπιες προσεγγίσεις και είναι διαφορετικός από τον τρόπο πού δούλευαν οι πρώτοι ρεφλεξολόγοι στην Ελλάδα. Πιστεύω οτι η εκμάθηση της τεχνικής του κύο- ζίτσου (και αυτό ανεξάρτητα αν θα το εφαρμόσει σαν τεχνική ή όχι) μπορεί να συμβάλλει στο να καταφέρει ο θεραπευτής να προσαρμόσει τις πιέσεις και το ρυθμό του στις ανάγκες του δέκτη ώστε να χρησιμοποιηθεί τελικά μόνο ο χρήσιμος, άρα και ευχάριστος πόνος. Κατ’ αυτό τον τρόπο μπορούμε να ελπίσουμε πως θα καλυτερεύσει η φήμη της ρεφλεξολογίας στον τόπο μας.
Πρόκειται για το καίριο θέμα του σεβασμού του δέκτη και των ορίων του, και το να μην του προκαλείται πόνος άδικα. Κατ’ εμέ, ευχής έργο θα ήταν οι ρεφλεξολόγοι που καυχώνται οτι έχουν βαρύ χέρι χωρίς να αφουγκράζονται τα δεδομένα του δέκτη τους, να αναρωτηθούν για την ποιότητα της τεχνικής τους, να προσπαθήσουν να λάβουν υπόψη τους τον άνθρωπο που έχουν απέναντί τους και να πετύχουν ένα συνεχές δούναι και λαβείν μαζί του. Όλα αυτά αποτελούν το κλειδί της θεραπευτικής, γιατί η πληροφορία του δέκτη, αφού προσληφθεί σωστά από τον ασκούντα τη ρεφλεξολογία και επηρεάσει την απάντησή του, επηρεάζει τη νέα απόκριση του δέκτη προς το ρεφλεξολόγο, πράγμα που επιτρέπει στον τελευταίο την περεταίρω επέμβασή του κ.ο.κ.. Αυτό το συνεχές feedback μεταξύ δέκτη και δότη επιτρέπει στον τελευταίο να βελτιώνει διαρκώς την ποιότητα της θεραπευτικής του παρέμβασης.
Ας μην ξεχνάμε επίσης οτι για μία μεγάλη μερίδα ανθρώπων με μεγάλη ευαισθησία στον πόνο, το βαθύτερο αίτιο του πόνου τους είναι η έλλειψη σεβασμού των ορίων τους, αυτού που αποκαλούμε προσωπικού ζωτικού τους χώρο. Κατά συνέπεια, το να μή λαμβάνει υπόψη του ο δότης μιας οποιασδήποτε θεραπευτικής μεθόδου τα όρια του πόνου, δεν οδηγεί σε τίποτε άλλο από το να διαιωνίζει την ασυνείδητη αιτία που τους οδήγησε σ’ αυτόν. Δημιουργείται κατ’ αυτό τον τρόπο ένας φαύλος κύκλος !
Τα δρώμενα στο πλαίσιο μιας θεραπευτικής διαδικασίας – και όχι μόνο – λοιπόν ξεπερνάνε τα όρια της απλής πράξης και υπεισέρχονται στη σφαίρα του συμβολικού, δηλαδή μεταφέρουν μυνήματα από το χώρο του μη συνειδητού.
Ας μήν ξεχνάμε πως η ρεφλεξολογία είναι μία ολιστική μέθοδος θεραπείας, πράγμα που σημαίνει οτι κατά την εφαρμογή της δε μπορούμε να παραβλέψουμε ένα ανθρώπινο επίπεδο. Συνεπώς απ’ αυτή την οπτική γωνία επώδυνη ρεφλεξολογία και ρεφλεξολογία σαν ολιστική θεραπεία είναι ένα οξύμωρο σχήμα.
Τέλος, θα ήθελα να τονίσω πως αυτό που προτείνω δέν είναι μία καινούρια τεχνική, τουναντίον : είναι μία προσέγγιση, η οποία μπορεί να βοηθήσει τον ασκούντα να εκλεπτύνει την ήδη υπάρχουσα τεχνική του και ένα εργαλείο που μπορεί να προσθέσει στη φαρέτρα του, για να το χρησιμοποιήσει άν του χρειαστεί. Μία τακτική και μακροπρόθεσμη εξάσκηση της ευαισθησίας του είναι απαραίτητη για την εφαρμογή της διάγνωσης σ’ αυτή την τεχνική.
Το σιάτσου είναι μία μέθοδος θεραπείας με τα χέρια από την Ιαπωνία βασισμένη εν μέρει πάνω στη θεωρία της Παραδοσιακής Ανατολικής Ιατρικής (ΠΑΙ). Σιάτσου σημαίνει πίεση με τα δάκτυλα. Η βασική τεχνική είναι η κάθετη διείσδυση με τα δάκτυλα, τις παλάμες, τους πήχεις, τους αγκώνες, τα γόνατα, τις γροθιές, τα πέλματα. Παράλληλα χρησιμοποιούνται οι διατάσεις και οι κινητοποιήσεις των αρθρώσεων. Στις πιέσεις με τους αντίχειρες θυμίζει πολύ την κινέζικη accupressure την οποία χρησιμοποιεί αλλά είναι διαφορετική (δουλεύει σε ολόκληρους μεσημβρινούς και όχι μόνο σε σημεία). Υπάρχουν πολλά είδη σιάτσου. Η γνώση που μεταφέρω είναι αυτή που διδάχτηκα στο Derivative Shiatsu όπως μου δόθηκε από τη διδασκαλία που δέχτηκα στη European Shiatsu School. Ένα χαρακτηριστικό της τεχνικής του σιάτσου είναι το οτι ο ασκών μαθαίνει να χρησιμοποιεί το σώμα του ώστε να έχει το καλύτερο αποτέλεσμα καταβάλλοντας τη λιγότερη δυνατή προσπάθεια και σεβόμενος το σώμα του. Αυτό επιτυγχάνεται χρησιμοποιώντας τη βαρύτητα αντί της πίεσης με τη δύναμη των μυών.
Η υγεία, σύμφωνα με την Παραδοσιακή Ανατολική Ιατρική πάνω στην οποία βασίζεται το σιάτσου, μεταφράζεται σαν ισορροπία ενέργειας που ρέει στο σώμα. Η ενέργεια αυτή που βρίσκεται σε όλο το σώμα, εμφανίζεται πυκνότερη στο βάθος και πιό επιφανειακή σε ορισμένα κανάλια που ονομάζονται μεσημβρινοί. Μία ανισορροπία ενέργειας είναι μία ασθένεια (σύμφωνα με αυτή την αντίληψη, ανισορροπία και ασθένεια είναι συνώνυμα). Στο δυτικό τρόπο έκφρασης θα λέγαμε ότι η ανισορροπία είναι η αιτία μιας πιθανής ασθένειας, δηλαδή η ενεργειακή ανισορροπία μπορεί να υπάρχει χωρίς να εκδηλωθεί η ασθένεια. Αυτή μπορεί να παρουσιαστεί χρόνια αφού η ενεργειακή ανισορροπία παρουσιαστεί για πρώτη φορά. Είναι το λεξιλόγιο που χρησιμοποιούμε στη ρεφλεξολογία.
Στην ΠΑΙ υπάρχουν λοιπόν δύο κατηγορίες ανισορροπιών : Ανισορροπία από έλλειψη και ανισορροπία από πλεόνασμα ενέργειας. Οι ανισορρπίες από πλεόνασμα ενέργειας έχουν όλες σαν αίτιο μία έλλειψη κάπου αλλού. Αυτή η κατάσταση έλλειψης ενέργειας ονομάζεται κύο και αυτή του πλεονασμού ζίτσου. Η ενεργειακή ισορροπία αποκαθίσταται “γεμίζοντας, τονώνοντας τα κύο σημεία και διασπείροντας τα ζίτσου.
Όπως κάθε τι που έχει να κάνει με το ανθρώπινο σώμα και τον άνθρωπο γενικότερα, δέν υπάρχει απόλυτος κανόνας. Υπάρχει ένα σύνολο γενικών χαρακτηριστικών που μπορούν να συμβάλλουν στο να πεί κανείς οτι ένα σημείο είναι κύο ή ζίτσου. Η εμπειρία και η ευαισθησία του ασκούντος παίζουν ένα σημαντικό ρόλο στην ενεργειακή διάγνωση” κύο-ζίτσου.
Το σημείο κύο είναι μαλακό, δίχως αίσθηση ή υπερβολικά ευαίσθητο, κοίλο, κρύο, έχει κανείς την αίσθηση οτι δε συμβαίνει τίποτα κάτω από τα δάκτυλά του – όμως τραβάει το άγγιγμα. Το ζίτσου είναι προεξέχον, ευαίσθητο στην επιφάνεια, ενδεχομένως επώδυνο, σκληρό, ζεστό, μπλοκάρει το πέρασμα, δίνει την αίσθηση οτι απωθεί το χέρι που βρίσκεται επάνω του.
Αυτός είναι ένας γενικός κανόνας.
Γίνεται με εναπόθεση της παλάμης, των δακτύλων, ή με αργή και σταδιακή διείσδυση. Γενικά τα σημεία κύο δίνουν την αίσθηση οτι ρουφάνε το δάκτυλο και τα ζίτσου οτι το διώχνουν. Μία σωστή “διάγνωση κύο – ζίτσου δέν είναι πάντα εύκολο πράγμα. Μία ευαισθητοποίηση και μία γενικότερη διερεύνηση του ασκούντος τόσο στον τομέα της τεχνικής όσο και στον προσωπικό τομέα είναι απαραίτητες.
Η τεχνική της τόνωσης (γεμίσματος) ενός σημείου κύο στο σιάτσου συνίσταται σε μία αργή, σταθερή, βαθειά πίεση στο σημείο, με εστίαση προς τα μέσα, μέχρι να αρχίσει κανείς να αισθάνεται οτι κάτι συμβαίνει στο δέκτη. Έχουμε συχνά την αίσθηση οτι το σημείο αρχίζει να γεμίζει κάτω από τα δάκτυλά μας, να γίνεται πιο στρογγυλό, πιό ευκίνητο. Ο δότης έχει την αίσθηση οτι τα δάκτυλά του είναι ένας μαγνήτης για να έλκει την ενέργεια εκεί που αυτή λείπει. Αυτό που είναι σημαντικό είναι να μήν είναι η σταθερή πίεση πολύ δυνατή, γιατί αυτό θα μπορούσε να διασπείρει την ήδη λίγη υπάρχουσα ενέργεια.
Αντίθετα ένα σημείο ζίτσου, είναι ένα σημείο που χρειάζεται διασπορά. Πολλές, γρήγορες πιέσεις, χτυπηματάκια με τ’ ακροδάκτυλα, τρίψιμο, η τεχνική του tire-bouchon, διατάσεις μυών και γενικά πιέσεις που κινούνται, πιο επιφανειακές, πιο γρήγορες, με εστίαση προς τα. Συνήθως μετά από αυτές τις τεχνικές το σημείο μαλακώνει και θα έλεγε κανείς οτι ανοίγει.
Παρόλ’ αυτά τεχνικές σταθερής πίεσης και δονήσεις μπορεί να τονώνουν ή να διασπείρουν ανάλογα με τον τρόπο που εφαρμόζονται.
Γενικά δουλεύουμε πρώτα τα σημεία κύο και μετά τα ζίτσου γιατί όλα τα ζίτσου οφείλονται σε κάποιο κύο κάπου αλλού. Σημειωτέον οτι δουλεύοντας τα κύο εξισορροπούν εν μέρει τα ζίτσου σημεία. Η δουλειά εν συνεχεία σ’ αυτά είναι πιο άνετη (το ζίτσου διώχνει λιγότερο).
Η σημαντικότερη τεχνική ενεργειακής εξισορρόπησης συνίσταται στην επιλογή δύο σημείων, ένα πολύ κύο και ένα πολύ ζίτσου και την ταυτόχρονη πίεσή τους (η τεχνική των δύο σημείων ή mother hand / active hand technique). Η πίεση είναι πιό βαθιά στο σημείο κύο, και πιο επιφανειακή στο σημείο ζίτσου. Με την πάροδο του χρόνου το κύο γεμίζει και το ζίτσου αποσυμφορείται. Κατ’ αυτό τον τρόπο έχει κανείς δύο σημεία πιο ισορροπημένα ενεργειακά απ’ ότι νωρίτερα. Τα σημεία γίνονται πιό ανοιχτά και ζωντανά. Ένας τρόπος να γίνει η τεχνική αυτή πιό αποτελεσματική είναι να φανταστεί ο ασκών οτι από τα δάκτυλά του περνάει ένα φανταστικό νήμα που συνδέει τα δύο σημεία.
Στη ρεφλεξολογία, δουλεύουμε συμπτωματικά, θα δουλέψουμε λοιπόν το κύο – ζίτσου σα να ήταν οι πραγματικές αιτίες της ασθένειας εκεί που εκδηλώνονται.
Εφαρμόζοντας την τεχνική της κάμπιας στο πέλμα ή στο χέρι, ή κάνοντας τεχνικές χαλάρωσης, έχουμε συχνά την αίσθηση οτι ορισμένα σημεία είναι πιο σκληρά, μπλοκαρισμένα ή πιό μαλακά απ’ ότι ένα κανονικό πόδι ή χέρι στο ίδιο σημείο. Κάνουμε κατ’ αυτό τον τρόπο μία διάγνωση’ κύο- ζίτσου. Είναι το νευραλγικό σημείο της όλης διαδικασίας όπως έχουμε ήδη αναφέρει. Καλό είναι να μην παραλείπει ο ρεφλεξολόγος να ρωτάει το σύνεδρο πώς αισθάνεται τις πιέσεις, ενδεχομένως σε σημεία που έχει αμφιβολία, δηλαδή εάν αισθάνεται καλύτερα σε κάποιο σημείο σταθερή πίεση ή εναλλασόμενη πίεση, με κίνηση ή σε ποιό ρυθμό. Ο ρυθμός επίσης είναι ένα στοιχείο που κάνει μία κίνηση τονωτική ή διασποράς.
Δεν πρέπει να εκπλήσσεται κανείς αν βρει σε κάποια σκληρά πόδια σημεία κύο, και χρειάζεται τεχνική μαεστρία για να βρει κανείς σε μαλακά κύο πόδια, τα σημεία ζίτσου. Η σωστή εκτίμηση του βαθμού διασποράς ή της απαραίτητης σταθερής πίεσης στα σημεία, είναι ένα μέτρο της ευαισθησίας του ασκούντος και του βαθμού συνεργασίας του με το δέκτη.
Πρέπει να σημειώσουμε ότι η τόνωση σημείων είναι μία χρονοβόρος διαδικασία. Δε μπορούμε συνεπώς να τονώσουμε σε μία συνεδρία όλα τα σημεία κύο, αλλά μετά από μια πρώτη εκτίμηση, ιεραρχούμε τα σημεία και στη συνέχεια κάνουμε μια επιλογή προτεραιοτήτων στη θεραπευτική επέμβαση.
Όσον αφορά στη διασπορά, η τεχνική της κάμπιας με γρήγορες κινήσεις, χτυπηματάκια και τρίψιμο αρμόζει πολύ καλά. Σ’ αυτό το σημείο, η τεχνική του κύο-ζίτσου ταυτίζεται με τις τεχνικές που μαθαίνουμε στη ρεφλεξολογία.
Αντίθετα όσον αφορά στην τόνωση, η πρότασή μου είναι να επιλέξει ο ρεφλεξολόγος το ή τα πιό κύο σημείο/α και να τα τονώσει με ευαισθησία και λεπτότητα, με σταθερή πίεση, ή επιλέγοντας παράλληλα ένα πολύ ζίτσου σημείο(αν υπάρχει) και να εφαρμόσει την τεχνική ενεργειακής εξισορρόπησης των δύο σημείων. Ένας τρόπος να κάνει κανείς το άγγιγμά του πιό τονωτικό ανάλογα με τα σημεία, κυρίως άν η αίσθηση του κύο συνοδεύεται από κρύο είναι να χρησιμοποιήσει το δεύτερο χέρι του απέναντι από το σημείο (άν αυτό είναι δυνατό) και να φανταστεί ότι το δάκτυλό του που πιέζει το σημείο εκλύει ακτίνες ήλιου, φωτός ή ζέστης, ενδεχομένως χρωματιστού φωτός. Για τα υπόλοιπα σημεία, η τεχνική της κάμπιας με έναν καλό προσδιορισμό πίεσης και ρυθμού, πάντα ανταλλάσσοντας πληροφορίες με το δέκτη, είναι η καλύτερη τεχνική.
Διαφορετικοί δέκτες σε διαφορετικές στιγμές μιας συνεδρίας ρεφλεξολογίας ή μίας θεραπευτικής διαδικασίας χρειάζονται διαφορετικές πιέσεις και θεραπευτική μέθοδο.
Μέσα από την εκπαίδευση της ευαισθησίας ο ασκών την αρχή του κύο ζίτσου μπορεί να καταφέρει να είναι σε συνεχή αλληλεπίδραση με το δέκτη σε μία ποιοτική θεραπευτική σχέση, λαμβάνοντας υπ’ όψιν την ιδιαίτερη ευαισθησία του. Κατ’ αυτό τον τρόπο σπάνε ασυνείδητοι συνειρμοί οι οποίοι πολλές φορές ευθύνονται για τον πόνο του. Επι πλέον, ο ασκών τη ρεφλεξολογία μπορεί να βρεί έναν τρόπο πιό ξεκούραστο για να προστατευτεί από ορισμένες φυσικές ευαισθησίες και την κούραση του αντίχειρα. Τέλος μπορούμε να ελπίσουμε οτι με μιά ήπια άσκηση της ρεφλεξολογίας, η μέθοδος που βασίζεται στην αρχή του κύο-ζίτσου (χωρίς να ισχυρίζομαι οτι είναι ο μόνος τρόπος που μπορεί αυτό να επιτευχθεί) μπορεί να συμβάλλει στο να εξαλειφθεί η προκατάληψη ότι η ρεφλεξολογία είναι μια επώδυνη μέθοδος.
Υπεύθυνος Καθηγητής: Ευφροσύνη Μάρδα, ρεφλεξολόγος.