Συγγραφέας Έρευνας: Τσέντζου Ευθυμία, Ρεφλεξολόγος. Έτος 2002.
Η Παρουσίαση της Έρευνας έγινε στην 1η Ημερίδα Ρεφλεξολογίας το 2002 στο Πολιτιστικό Κέντρο Παλαιού Φαλήρου.
Οι λόγοι που συνήθως οδηγούν τα άτομα με καρδιολογικά προβλήματα στον ρεφλεξολόγο, είναι πολλοί και διάφοροι. Θα προσπαθήσω να σας δώσω μια γενική εικόνα του καρδιολογικού ασθενούς, που απευθύνεται συνήθως στην ρεφλεξολογία, λαμβάνοντας υπ’ όψιν τις συνηθέστερες αιτίες καρδιολογικών προβλημάτων.
Θα μπορούσαμε να διαιρέσουμε τους καρδιολογικούς ασθενείς σε δύο μεγάλες κατηγορίες. Στην πρώτη θα συμπεριλάβουμε τους ασθενείς εκεί- νους που χρειάζονται άμεση και επείγουσα αντιμετώπιση και στη δεύτερη τους ασθενείς με χρόνια προβλήματα που ακολουθούν συντηρητικές και μακροχρόνιες θεραπείες.
Οι ασθενείς που απευθύνονται στον ρεφλεξολόγο ανήκουν στη δεύτερη κατηγορία και είναι άτομα που συνήθως πάσχουν από υπέρταση, στηθάγχη και κυκλοφοριακά προβλήματα.
Οι ασθενείς της πρώτης κατηγορίας δεν απευθύνονται στον ρεφλεξολόγο, για το λόγο ότι η οξύτητα των συμπτωμάτων τους, τους οδηγεί στα επείγοντα περιστατικά των εφημερευόντων νοσοκομείων, όπου υποβάλλονται σε επείγουσα περίθαλψη και νοσηλεία. Είναι ευνόητο ότι οι ασθενείς αυτοί είναι συνήθως άτομα με οξέα εμφράγματα του μυοκαρδίου αλλά και με άλλα επείγοντα καρδιολογικά προβλήματα.
Βέβαια μετά τη θεραπεία τους τα άτομα της πρώτης κατηγορίας συνήθως μεταπίπτουν στην δεύτερη, οπότε δεν είναι ασυνήθιστο να ζητήσουν τη βοήθεια της ρεφλεξολογίας.
Είναι αλήθεια ότι οι ευεργετικές επιδράσεις της ρεφλεξολογίας όσον αφορά τα προβλήματα της καρδιάς είναι πάμπολλες.
Κατά πρώτο λόγο δεν πρέπει να παραβλέπουμε τη χαλαρωτική επίδραση της ρεφλεξολογίας στο νευρικό σύστημα. Ακριβώς η επίδραση αυτή είναι η αρχή πάνω στην οποία οικοδομείται η βελτίωση, η ρύθμιση και ο έλεγχος της καρδιολογικής πάθησης. Πρέπει να έχουμε υπ’ όψιν μας ότι στη μεγάλη τους πλειοψηφία οι καρδιολογικοί ασθενείς είναι άτομα ευαίσθητα που για χρόνια λόγω της ευαισθησίας τους βιώνουν έντονο stress που οφείλεται επίσης στην ιδιοσυγκρασία τους, η οποία τους ωθεί να αναλαμβάνουν περισσότερες ευθύνες απ’ όσες μπορούν να φέρουν εις πέρας.
Τα άτομα αυτά στην προσπάθειά τους να φανούν αντάξια των περιστάσεων υπερφορτίζονται και στην περίπτωση που συνηγορούν και άλλοι επιβαρυντικοί παράγοντες όπως λανθασμένη διατροφή και γονιδιακή επιβάρυνση, τότε η εκδήλωση ενός καρδιολογικού προβλήματος είναι στις περισσότερες περιπτώσεις απλώς θέμα χρόνου.
θα προσπαθήσω ν’’ αναφερθώ σ’ εκείνα τα καρδιολογικά νοσήματα που είναι συνηθέστερο ν’ απασχολήσουν τη ρεφλεξολογία και να δώσω περιληπτικά τα κύρια σημεία που αξίζει να λαμβάνει ο θεραπευτής υπ’ όψιν του παρέχοντας τις υπηρεσίες του.
Όπως ξέρουμε η καρδιά είναι μια αντλία από μύες που στέλνει το αίμα σε όλο το σώμα μέσω μιας σειράς αγγείων που ονομάζονται αρτηρίες, φλέβες και τριχοειδή αγγεία.
Οι αρτηρίες μεταφέρουν οξυγονωμένο αίμα στους ιστούς όπου και γίνεται ανταλλαγή ουσιών μέσω των τριχοειδών αγγείων. Το αποξυγονωμένο αίμα επιστρέφει στη συνέχεια στην καρδιά μέσω των φλεβών. Από εκεί το αίμα μεταφέρεται στους πνεύμονες όπου αποβάλλεται το διοξείδιο του άνθρακα, συλλέγεται περισσότερο οξυγόνο και το αίμα επιστρέφει στην καρδιά πριν αρχίσει πάλι να μεταφέρεται στο υπόλοιπο σώμα. Ένα σύστημα βαλβίδων εμποδίζει το πισωγύρισμα του αίματος ανάμεσα στα διαμερίσματα της δεξιάς και αριστερής πλευράς που χωρίζονται από ένα μυώδες διάφραγμα. Η καρδιά βρίσκεται στο κέντρο του θώρακα κοντά στους πνεύμονες. Τα 2/3 της είναι στην αριστερή πλευρά του θώρακα και το 1/3 στη δεξιά πλευρά. Το κύριο αντανακλαστικό σημείο της καρδιάς βρίσκεται στο αριστερό πόδι στις ζώνες 2 και 3 πάνω από το ύψος του διαφράγματος.
Όπως προαναφέρθηκε, ο καρδιολογικός ασθενής είναι συνήθως ένας ευαίσθητος άνθρωπος. Λαμβάνοντας υπ’ όψιν του ο θεραπευτής την ιδιαιτερότητα αυτή, θα πρέπει να κερδίσει την εμπιστοσύνη του ασθενούς, συνθήκη απαραίτητη για την επιτυχή κατάληξη κάθε συνεδρίας. Στην περίπτωση του καρδιολογικού ασθενούς αυτό επιτυγχάνεται απλά και μόνο δίνοντας τη δυνατότητα στον ασθενή να αισθανθεί οικειότητα και ασφάλεια.
Ο θεραπευτής πρέπει να αντιλαμβάνεται ότι η οικειότητα και το αίσθημα ασφάλειας δεν επιβάλλονται αλλά εμπνέονται και ο μόνος σίγουρος τρόπος για να επιτευχθούν είναι η επαρκής προετοιμασία του θεραπευτή ο οποίος όντας ο ίδιος ενεργειακά καθαρός διαχέει στον χώρο και στους παρευρισκόμενους την αντίστοιχη αύρα και ατμόσφαιρα.
Είναι λοιπόν πολύ βασικό ο ρεφλεξολόγος να μεριμνά με όποιον τρόπο ο ίδιος επιθυμεί να διατηρεί τον εαυτό του απαλλαγμένο από αρνητικά συναισθήματα. Υπάρχουν αναρίθμητοι τρόποι επίτευξης μιας «καθαρής εσωτερικής κατάστασης» και ο καθένας μπορεί να επιλέξει αυτόν που του ταιριάζει καλύτερα. Γι άλλους μπορεί να είναι η προσευχή, γι άλλους η γιόγκα, για κάποιους τρίτους ο διαλογισμός. Όποιος κι αν είναι ο τρόπος, το σίγουρο είναι ότι η εσωτερική αρμονία αντανακλά στην εξωτερική εμφάνιση και αναγνωρίζεται αμέσως κι αυτό συνηγορεί στην ομαλή ροή της ενέργειας ανάμεσα στον θεραπευτή και τον θεραπευόμενο. Έχοντας εξασφαλίσει λοιπόν τη βασική αυτή πρωταρχική συνθήκη μπορούμε να προχωρήσουμε στην αντιμετώπιση αυτών καθ’ εαυτών των καρδιολογικών προβλημάτων.
Το συνηθέστερο αίτιο που θα οδηγήσει έναν καρδιολογικό ασθενή στον ρεφλεξολόγο είναι η υπέρταση. Λέγοντας υπέρταση εννοούμε την αυξημένη πίεση που ασκεί το αίμα πάνω στα αιμοφόρα αγγεία και η οποία κουράζει τα ίδια τα αγγεία και την καρδιά. Οι αιτίες της υπέρτασης είναι πολλές όπως το άγχος η κακή διατροφή (υπερκατανάλωση άλατος) αδενικές δυσλειτουργίες, κακή ούρηση και αφόδευση, στένωση νεφρικής αρτηρίας κλπ. Τα συμπτώματα είναι πονοκέφαλοι, ζαλάδες, βούισμα των αυτιών, πόνοι στο στήθος κ.ά. Το άμεσο αντανακλαστικό σημείο είναι το σημείο της καρδιάς ενώ συσχετιζόμενα ανταναλαστικά σημεία είναι το ηλιακό πλέγμα, επινεφρίδια, νεφρά και περιοχή των μεγάλων δακτύλων.
Ένα άλλο συνήθες πρόβλημα που θα μπορούσε να οδηγήσει έναν καρδιολογικό ασθενή στον ρεφλεξολόγο είναι η στηθάγχη. Λέγοντας στηθάγχη εννοούμε τον ανεπαρκή εφοδιασμό των μυών της καρδιάς με αίμα, πράγμα που έχει ως αποτέλεσμα έναν σύντομο κοφτό πόνο που γίνεται αισθητός στην περιοχή της καρδιάς. Ο πόνος μπορεί να εκτείνεται και στον ώμο ακόμα και σε όλο το αριστερό χέρι. Τα συμπτώματα είναι σαφώς ελαφρύτερα από τα συμπτώματα του εμφράγματος. Το άμεσα αντανακλαστικό σημείο εδώ είναι πάλι η καρδιά. Τα σχετιζόμενα σημεία είναι το ηλιακό πλέγμα, τα επινεφρίδια και ο ώμος ή το χέρι αν ο πόνος επεκτείνεται και προς τα εκεί.
Είναι πολύ βασικό πριν περάσουμε στα κυκλοφοριακά προβλήματα που αποτελούν ένα άλλο σύνηθες αίτιο προσέλευσης καρδιολογικών ασθενών στον ρεφλεξολόγο να τονίσουμε ότι όλες οι καρδιακές παθήσεις θα πρέπει να αντιμετωπίζονται με μεγάλη προσοχή ώστε να μην ερεθιστεί υπερβολικά ο καρδιακός μυς. Περνώντας τώρα στα κυκλοφοριακά προβλήματα ας λάβουμε υπόψη μας ότι στην ομάδα αυτή έχουμε ν’ αντιμετωπίσουμε μια σωρεία προβλημάτων τα οποία ο ασθενής αντιλαμβάνεται με την αλλαγή της όψεως του δέρματος και των επιφανειακών πολλές φορές αγγείων καθώς επίσης και με την αλλαγή της θερμοκρασίας των άκρων όπως επίσης και της ευαισθησίας στην αφή και στην πίεση.
Είναι επίσης δυνατόν να υπάρξει πόνος στα άκρα κι αυτό συνήθως συμβαίνει σε περισσότερο σοβαρά προβλήματα της κυκλοφορίας.
Είναι γεγονός ότι η ρεφλεξολογία ανακουφίζει εξαιρετικά όλα τα κυκλοφοριακά προβλήματα. Βέβαια στην περίπτωση ορισμένων παθήσεων όπως οι κιρσοί των κάτω άκρων η ρεφλεξολογία δεν λειτουργεί ως πανάκεια και δεν πρέπει να περιμένει ο ασθενής ότι μετά από μία συνεδρία ρεφλεξολογίας θα εξαφανιστούν οι κιρσοί. Όμως σίγουρα η ρεφλεξολογία εμποδίζει την επιδεινωση τους και βέβαια παρεμποδίζει τη δημιουργία νέων κιρσών. Για
όλα τα προβλήματα της κυκλοφορίας το αντανακλαστικό σημείο είναι το σημείο της καρδιάς το οποίο μαλάσσουμε ήπια απ’ ευθείας και τα σχετιζόμενα σημεία είναι τα έντερα και το συκώτι. Ο ρεφλεξολόγος πρέπει να προσέχει, όπως προαναφέρθηκε, να μην ερεθίζει υπερβολικά την καρδιά και να έχει πάντα υπ’ όψη του ότι οι θρομβώσεις και η φλεβίτιδα δεν θεραπεύονται με ρεφλεξολογία. Ένας γενικός και πολύ χρήσιμος κα- νόνας όσον αφορά την αντιμετώπιση των κυκλοφοριακών προβλημάτων των κάτω άκρων από τον ρεφλεξολόγο είναι ο εξής: Εάν ο ασθενής πονάει κατά την προσέλευσή του στον ρεφλεξολόγο και πριν αρχίσει η συνεδρία της ρεφλεξολογίας τότε ο ρεφλεξολόγος πρέπει να τον παραπέμπει στον ειδικό γιατρό γιατί είναι σχεδόν σίγουρο ότι το κυκλοφοριακό του πρόβλημα χρειάζεται ειδική αντιμετώπιση καθόσον τις περισσότερες φορές πρόκειται για θρομβωτική κατάσταση.
Θα σας παραθέσω παρακάτω 4 περιπτώσεις καρδιολογικών ασθενών που βελτιώθηκαν σημαντικά με τη βοήθεια της ρεφλεξολογίας. Και οι 4 περιπτώσεις αναφέρονται στο βιβλίο της Νίκολα Χολ, διάσημης ρεφλεξολόγου και διευθύντριας της Σχολής Ρεφλεξολογίας Μπέϊλι. Η πρώτη περίπτωση αφορά στηθάγχη, η δεύτερη υπέρταση, η τρίτη κακή κυκλοφορία του αίματος και η τέταρτη αφορά ιστορικό ασθενούς με καρδιακή προσβολή και θρόμβωση.
(Α, Β, Γ, Δ, σελ. 124-125)
Τελειώνοντας θα ήθελα να πως ότι η ρεφλεξολογία δεν ισχυρίζεται ότι μπορεί να βοηθήσει τον καθένα σ’ οποιαδήποτε πάθηση, αλλά η πλειονότητα των ανθρώπων θα ωφεληθεί απ’ αυτήν. Ειδικά ο καρδιολογικός ευαίσθητος και αγχώδης ασθενής θα εκτιμήσει ολόψυχα την ρεφλεξολογία καθόσον εξαιτίας της ιδιοσυγκρασίας του σπάνια ηρεμεί ή χαλαρώνει. Το να βιώσει λοιπόν την ηρεμία και την χαλάρωση με τόσο ευχάριστο τρόπο, βελτιώνοντας μάλιστα και την πάθησή του, αυτό θα αποτελέσει γι’ αυτόν μια ουσιαστική και συναρπαστική ανακάλυψη.
Υπεύθυνος Καθηγητής: Ευφροσύνη Μάρδα, ρεφλεξολόγος.