Συγγραφέας Έρευνας: Παντελεάκη Ευανθία, Ρεφλεξολόγος. Έτος 2003.
Η Παρουσίαση της Έρευνας έγινε στην 2η Ημερίδα Ρεφλεξολογίας το 2003 στο Πολιτιστικό Κέντρο Παλαιού Φαλήρου.
Ξεκινώντας τη παρουσίαση αυτή, θεωρώ υποχρέωση μου να ορίσω την έννοια «Τρίτη ηλικία». Τρίτη ηλικία είναι η περίοδος εκείνη της ζωής του ανθρώπου κατά την οποία διαπιστώνονται εμφανή σημάδια γήρανσης. Ο ορισμός του φυσιολογικού γήρατος παραμένει αρκετά ασαφής. Η διαδικασία γήρανσης ρυθμίζεται με ενδογενής κυτταρικούς μηχανισμούς, αλλά τροποποιείται από ορισμένες επιδράσεις του περιβάλλοντος. Επειδή οι εμπειρίες της ζωής κάθε ατόμου είναι εντελώς ατομικές και η συνδυασμένες επιδράσεις όλων των περιβαλλοντικών ερεθισμάτων δεν είναι δυνατόν να υπολογιστούν, πολλές φορές είναι δύσκολο να διακρίνει κανείς αν και κατά πόσο μία μετρούμενη μεταβολή που θα παρουσίαση το μεγάλης ηλικίας άτομο αντιπροσωπεύει αναπόφευκτη συνέπεια της διαδικασίας του γήρατος ή νόσο που ενδεχομένως μπορεί να προληφθεί. Θα είχε σημασία να ήταν γνωστό ποίο ποσοστό της ελάττωσης των σωματικών λειτουργιών, που παρατηρείται με την πρόοδο της ηλικίας, θα μπορούσε να προληφθεί με την εφαρμογή λογικών μέτρων προφύλαξης. Η ανταπόκριση του οργανισμού, ως συνόλου, στη διαδικασία του γήρατος διαφέρει κατά σύστημα. Ορισμένα όργανα, όπως οι νεφροί, οι πνεύμονες και το ανοσολογικό σύστημα, εμφανίζουν σχετική με την ηλικία ελάττωση της βασικής φυσιολογικής λειτουργίας τους, ενώ πολλά άλλα, όπως η καρδιά, ο μυελός των οστών και το ήπαρ, διατηρούν επίπεδο βασικής φυσιολογικής λειτουργίας συγκρίσιμο με το επίπεδό της σε νεότερα άτομα. Πάντως, στα περισσότερα οργανικά συστήματα η διαδικασία του γήρατος χαρακτηρίζεται από ελάττωση της εφεδρικής ικανότητας.
Είναι σχεδόν καθολικά παραδεκτό στον ιατρικό κόσμο ότι η ψυχή και το σώμα αποτελούν τις δύο συνιστώσες του ανθρώπινου βιολογικού πυρήνα και βρίσκονται σε μία διαρκή δυναμική αλληλεξάρτηση, κάτι που είναι άλλωστε γενικά παραδεκτό από το σημερινό μέσο άνθρωπο. Στην αντίληψη αυτή βασίζονταν ανέκαθεν όλες οι εναλλακτικές θεραπείες. Στα πλέον ανεπτυγμένα συστήματα ιατρικής περίθαλψης των χωρών της Δύσης, παράλληλα με την κλασική ιατρική εφαρμόζονται πλέον εναλλακτικές μέθοδοι θεραπείας όπως Ρεφλεξολογία, Βελονισμός, Σιάτσου κ.λ.π. (Στις χώρες της Ανατολής αυτό συνέβαινε από αρχαιοτάτων χρόνων). Οι εναλλακτικές μέθοδοι θεραπείας δεν υποκαθιστούν την κλασική ιατρική αλλά υποβοηθούν το έργο της βελτιώνοντας τη γενικότερη σωματική και ψυχική κατάσταση του ασθενούς. Από αυτή την οπτική γωνία, κοιτάζοντας, μπορούμε να αντιληφθούμε την ιδιαίτερη σημασία που μπορεί να έχουν αυτές οι μέθοδοι όταν εφαρμόζονται σε άτομα τρίτης ηλικίας τα οποία παρουσιάζουν εξαιρετικά ευαίσθητη ψυχολογία. Οι εναλλακτικές θεραπείες βοηθούν στην ίαση μόνες τους ή παράλληλα με την κλασική ιατρική και λειτουργούν ως εξαιρετικοί βοηθοί στον τομέα της προληπτικής ιατρικής. Η ρεφλεξολογία ιδιαίτερα είναι μια φυσική- συμπληρωματική μέθοδος αυτοθεραπείας. Συγκεκριμένα, η ρεφλεξολογία είναι η μέθοδος που παραδέχεται την ύπαρξη αντανακλαστικών σημείων στα πέλματα και τις παλάμες. Αυτά τα αντανακλαστικά σημεία συνδέονται με τα όργανα και τις περιοχές του σώματος όπου ο ρεφλεξολόγος μέσα από τις τεχνικές, τις πιέσεις και τους χειρισμούς του έχει σαν στόχο να ενεργοποιήσει τα αντανακλαστικά σημεία έτσι ώστε ο οργανισμός να χαλαρώσει και να βρει την ισορροπία του. Έτσι απελευθερώνει τις ζωτικές του δυνάμεις με αποτέλεσμα την αυτοϊασή του.
Στα άτομα μεγάλης ηλικίας η ελάττωση της εφεδρικής ικανότητας του οργανισμού συνεπάγεται μεγαλύτερη επιρρέπεια στο να προσβάλλονται από διάφορα νοσήματα και βραδύτερη, σε σύγκριση με τα νεότερα άτομα, ανάρρωση τους από κακώσεις ή επιπλοκές παθήσεων. Οι ηλικιωμένοι παρουσιάζουν ελάττωση των αμυντικών μηχανισμών τους, ιδιαίτερα της κυτταρικής ανοσίας. Ακόμα και ελαφρά νοσήματα είναι δυνατόν να προκαλέσουν σημαντική επιδείνωση των νοητικών και σωματικών λειτουργιών. Επιπλέον, σε σύγκριση με τους νεότερης ηλικίας ασθενείς, η ανάρρωση του ηλικιωμένου τείνει να είναι πιο αργή και να απαιτεί μεγαλύτερες και εντατικότερες περιόδους ανάνηψης και αποκατάστασης. Η λόγω σωματικής ή νοητικής αναπηρίας απώλεια της λειτουργικής ανεξαρτησίας δημιουργεί για τον ηλικιωμένο μεγαλύτερο κίνδυνο εισαγωγής του σε ίδρυμα. Για τους λόγους αυτούς, κάθε ιατρική εκτίμηση του ηλικιωμένου ασθενούς πρέπει να περιλαμβάνει εκτός των άλλων μια αξιολόγηση της λειτουργικής και νοητικής κατάστασής του και τις βάσεις ενός σχεδίου θεραπείας με το οποίο θα επιχειρηθεί η αποκατάσταση της ανεξαρτησίας του. Επιπλέον, σε ορισμένες περιπτώσεις απαιτείται εκτίμηση σε βάθος της υποδομής της κοινωνικής υποστήριξης του ασθενούς (της οικογένειας, των συγγενών και φίλων). Έτσι η νοσηλευτική ομάδα πρέπει να διαμόρφωσει ένα σχέδιο θεραπείας το οποίο να περιλαμβάνει την καλύτερη δυνατή ιατρική αντιμετώπιση της νόσου, την ελάχιστη δυνατή χρήση φαρμάκων και, ανάλογα με τις ανάγκες, μία μακροπρόθεσμη τακτική αποκατάστασης της σωματικής ή νοητικής λειτουργίας.
Με τις τεχνικές της ρεφλεξολογίας, μας δίνεται η δυνατότητα να επαναδραστηριοποιήσουμε τις μπλοκαρισμένες περιοχές του σώματος. Η εναλλαγή της λειτουργίας του συμπαθητικού που ρυθμίζει τις διαδικασίες ανάλωσης της ενέργειας και του παρασυμπαθητικού που λειτουργεί στην ξεκούραση, δηλαδή στις διαδικασίες ανάκτησης της ενέργειας έχει σαν αποτέλεσμα να ξαναεπιτρέψει την ελεύθερη ροή ενέργειας σε ολόκληρο τον οργανισμό, από το κεφάλι ως τα πόδια και αντίστροφα. Έχει ενδιαφέρον να σημειώσουμε ότι από τη στιγμή που κάθε πίεση στο συγκεκριμένο αντανακλαστικό σημείο καθορίζει επακριβώς μια αντίδραση στο αντίστοιχο όργανο ή περιοχή του σώματος, επιτρέπει να επιδράσουμε άμεσα στην παρασυμπαθητική ή συμπαθητική κατάσταση, με σκοπό να επανορθώσουμε την διαταραγμένη ισορροπία.
Η διαγνωστική εκτίμηση του ηλικιωμένου ασθενούς πρέπει να πραγματοποιείται πολύ προσεκτικά, διότι πολλές φορές τα κλινικά σημεία και συμπτώματα της νόσου είναι ασαφή ή άτυπα, ή και απουσιάζουν. Καλό σχετικό παράδειγμα αποτελεί η θυρεοτοξίκωση δηλαδή η υπερέκρριση ορμονών του θυρεοειδούς, η οποία, σε σύγκριση με το νεότερο άτομο που τυπικά παρουσιάζει μία ποικιλία κλασσικών σημείων και συμπτωμάτων (π.χ. νευρικότητα, απώλεια βάρους, τρόμο και ταχυκαρδία), στους ηλικιωμένους είναι πιθανότερο να εκδηλώνεται με νοητική δυσλειτουργία, ανορεξία, μυϊκή αδυναμία, κολπική μαρμαρυγή ή συμφορητική καρδιακή ανεπάρκεια. Ακόμα και η πολύ προσεκτική λήψη του ιστορικού μπορεί να μην αποδώσει αναμενόμενα διαγνωστικά στοιχεία. Ο ηλικιωμένος μπορεί να μην αναφέρει θωρακικό πόνο, όταν έχει έμφραγμα του μυοκαρδίου, δυσουρία, όταν έχει ουρολοίμωξη, ή βήχα και δύσπνοια, όταν έχει πνευμονία. Πολλές φορές την ύπαρξη οξείας νόσου υποδηλώνουν μόνο ασαφή και μη ειδικά σημεία και συμπτώματα, όπως η μεταβολή της ψυχικής κατάστασης, η αύξηση της υπνηλίας, η ανορεξία ή η αύξηση της συχνότητας των πτώσεων. Από το άλλο μέρος, ενώ η παρουσία λοίμωξης συμφορητικής καρδιακής ανεπάρκειας ή μεταβολικής διαταραχής μπορεί να υποδηλώνεται με ψυχιατρικά συμπτώματα, όπως καταθλιπτική διάθεση, διαταραχή της προσωπικότητας ή απροσεξία, ένα πραγματικό ψυχιατρικό πρόβλημα, π.χ. η κατάθλιψη, είναι δυνατόν να εκδηλώνεται με γενικά συμπτώματα, όπως κεφαλαλγία ή αδυναμία και ζάλη. Πολλές φορές τη διαγνωστική σύγχυση επιδεινώνουν τα φάρμακα, των οποίων οι παρενέργειες μπορούν να υποδυθούν ή να αμβλύνουν τα συμπτώματα οξέων νοσημάτων. Στις περιπτώσεις αυτές ο ρεφλεξολόγος οφείλει να λαμβάνει υπόψη του και τον παράγοντα «φάρμακο» και να επικοινωνεί κατά περίπτωση με τον κλινικό γιατρό ή φαρμακοποιό πριν κάνει την τελική του εκτίμηση, της γενικής κατάστασης του ασθενούς. Επίσης, δυσκολίες στην αναγνώριση του αιτίου της κλινικής επιδείνωσης ενός ηλικιωμένου ασθενούς είναι δυνατό να προκύψουν όταν τα συμπτώματα μιας χρόνιας πάθησης συγκαλύπτουν τα συμπτώματα ενός νέου νοσήματος.
Οι ηλικιωμένοι διατρέχουν μεγάλο κίνδυνο να έχουν πρόβλημα από τη λήψη φαρμάκων. Ένας λόγος είναι ότι έχουν την τάση να παίρνουν πολλά φάρμακα. Ο μέσος ασθενής ηλικίας άνω των εβδομήντα ετών παίρνει 4,5 φάρμακα με συνταγή και 3,5 από τα χορηγούμενα χωρίς συνταγή. Όσο αυξάνεται ο αριθμός των φαρμάκων αυξάνεται και ο κίνδυνος ανεπιθύμητων αντιδράσεων και ελλιπούς συμμόρφωσης προς τις οδηγίες. Για παράδειγμα, οι πιθανότητες ανεπιθύμητης φαρμακευτικής αντίδρασης αυξάνονται από 2%, που είναι σε ασθενείς οι οποίοι παίρνουν δύο ή λιγότερα φάρμακα σε άνω του 13% στους ασθενείς που παίρνουν 6 ή περισσότερα.
Εκτός από αυτά, στους ηλικιωμένους είναι δυνατόν να δημιουργήσουν προβλήματα και οι λόγω ηλικίας μεταβολές της φαρμακοκινητικής και της φαρμακοδυναμικής. Ο χρόνος αποβολής πολλών φαρμάκων είναι μεγαλύτερος στους ηλικιωμένους, οι οποίοι είναι επίσης πιθανόν να εμφανίσουν τοξικές εκδηλώσεις ακόμα και αν η συγκέντρωση κάποιου φαρμάκου στο αίμα τους θεωρείται φυσιολογική για τα νεότερα άτομα.
Είναι προφανές ότι ο ρόλος του ρεφλεξολόγου στην προσπάθεια αποφυγής της πολυφαρμακίας μπορεί να είναι σημαντικότατος. Η ρεφλεξολογία σαν μια ολιστική θεραπευτική μέθοδος μπορεί να επιδράσει στη συνολική κατάσταση του σώματος και της ψυχής του ηλικιωμένου, δίνοντάς του ένα αίσθημα ευεξίας και ανάτασης το οποίο θα τον αποτρέψει από το να χρησιμοποιήσει καθ’ υπέρβαση της συνιστώμενης θεραπείας, παυσίπονα ή άλλα φάρμακα που δεν συνταγογραφούνται και τα οποία μπορούν να τον οδηγήσουν σε ανεπιθύμητες παρενέργειες. Η ρεφλεξολογία προβάλλεται σαν μια ήπιας μορφής εναλλακτική μέθοδος εξαιρετικά χρήσιμη ιδίως στους ηλικιωμένους.
Η τρίτη ηλικία είναι μια σαφώς διακριτή περίοδος της ζωής του ανθρώπου με ιδιαίτερα χαρακτηριστικά και οπωσδήποτε με ξεχωριστά, συχνά έντονα, προβλήματα υγείας. Ενδεικτικά αναφέρω κάποια απ’ αυτά: διαταραχές μνήμης, δερματικά προβλήματα, κώφωση, πρεσβυωπία, ελάττωση της γαστρεντερικής κινητικότητας, προστάτης, κύφωση, οστεοπόρωση, αρθρίτιδες, αρτηριοσκλήρυνση, διαβήτης.
Η ανάλυση όλων των ανωτέρω ασθενειών δεν θα βοηθούσε τους σκοπούς της παρούσας εργασίας. Θα ήθελα όμως να αναφερθώ για λίγο σε δύο σημαντικά και χαρακτηριστικά προβλήματα των ηλικιωμένων.
Οι δυσκολίες της βάδισης και της ισορροπίας είναι συχνές στους ηλικιωμένους με αποτέλεσμα στο 30%, περίπου, των άνω των 70 ετών ατόμων να σημειώνονται μία ή περισσότερες πτώσεις κάθε χρόνο, οι οποίες συνεπάγονται σε μεγάλη συχνότητα κάταγμα του ισχίου και άλλες κακώσεις που περιορίζουν τους ασθενείς στο κρεβάτι, αυξάνοντας τους κινδύνους άλλων παθολογικών επιπλοκών, όπως αφυδάτωσης, πνευμονίας, επίσχεσης των ούρων και λοιμώξεων. Οι πτώσεις συνήθως οφείλονται σε πολλούς παράγοντες, στους οποίους περιλαμβάνονται η ελάττωση της όρασης, οι νευρολογικές ή αιθουσαίες διαταραχές, η ορθοστατική υπόταση, η ελάττωση της μυϊκής μάζας, οι αρθροπάθειες και οι διάφορες διαταραχές των ποδιών. Συχνά οι πτώσεις συμβαίνουν κατά τη νύκτα, είναι συχνότερες στους ασθενείς με άνοια και αυξάνονται με τη χρησιμοποίηση φαρμάκων.
Η άνοια είναι γενική απώλεια των νοητικών λειτουργιών, που χαρακτηρίζεται από διαταραχές της μνήμης, της γλώσσας, TOU προσανατολισμού, της σκέψης και των συναισθημάτων ή της προσωπικότητας. Το γήρας συνοδεύεται από μικρές διαταραχές της μνήμης (τη λεγόμενη καλοήθη αμνησία), αλλά τα ελαττώματα που εμποδίζουν την ανεξάρτητη λειτουργία δεν προκαλούνται ποτέ από το ίδιο το γήρας και αποτελούν σημεία πάθησης. Η άνοια είναι πολύ συχνή στους ηλικιωμένους και παρατηρείται στο 20% του πληθυσμού ηλικίας άνω των 85 ετών. Οι περισσότερες περιπτώσεις απώλειας της νόησης που παρατηρούνται στους ηλικιωμένους οφείλονται στη νόσο του Alzheimer και στην αγγειακή άνοια ή, άνοια λόγω πολλαπλών εμφράκτων). Η νόσος του Alzheimer εκδηλώνεται ύπουλα με προοδευτική απώλεια της μνήμης. Ένα συχνό πρώιμο γνώρισμα της είναι η εμφάνιση δυσκολιών της γλώσσας, που εκδηλώνονται κυρίως με εκφραστική και αισθητική αφασία, οι οποίες βαθμιαία επιδεινώνονται. Οι ασθενείς πολλές φορές χάνουν την ικανότητα αναγνώρισης κοινών αντικειμένων και συχνά χάνονται σε οικείο περιβάλλον. Αργότερα, με την εξέλιξη της νόσου, εμφανίζονται προβλήματα συμπεριφοράς.
Όταν αποκλεισθούν όλα τα πιθανά ανατάξιμα αίτια της νοητικής δυσλειτουργίας του ασθενούς, η αντιμετώπιση της κατάστασής του πρέπει να επικεντρωθεί στη διατήρηση της καλύτερης δυνατής υγείας με την εφαρμογή μέτρων πρόληψης, την αναγνώριση και θεραπεία των παθολογικών και ψυ- χιατρικών προβλημάτων, την ενημέρωση της οικογένειας και των ατόμων που φροντίζουν τον ασθενή, και την παραπομπή του ασθενούς σε κατάλληλες ομάδες βοήθειας.
Η συνδυασμένη εφαρμογή μεθόδων φυσιοθεραπείας και ρεφλεξολογίας είναι βέβαιο ότι θα επιφέρει βιολογική ενίσχυση και ψυχοσωματική ανακούφιση στο ηλικιωμένο άτομο με αποτέλεσμα την υποβοήθηση της ανάνηψης και την βελτίωση της ποιότητας ζωής του. Ο ρεφλεξολόγος δεν είναι γιατρός, δεν κάνει διάγνωση, δεν συστήνει φαρμακευτική αγωγή, δεν προτείνει διατροφή και δεν χρησιμοποιεί μηχανήματα. Η ρεφλεξολογία δεν μπορεί να αντικαταστήσει την ιατρική φροντίδα και παρακολούθηση, μπορεί όμως όπως και άλλες φυσικές μέθοδοι θεραπείας να προστατεύσει τον ηλικιωμένο από υπερβολική χρήση χημικών σκευασμάτων που μπορεί να επιβαρύνουν συνολικά τον οργανισμό λόγω παρενεργειών και ταυτόχρονα να τον βοηθήσει στον ψυχολογικό τομέα, πράγμα το οποίο έχει απόλυτη ανάγκη.
Οι ασκήσεις φυσιοθεραπείας μπορούν να συντελέσουν στην αύξηση της μυϊκής ισχύος, να βελτιώσουν την μυϊκή μάζα, την ισορροπία και την κινητική ικανότητα.
Η ρεφλεξολογία μέσα από τις τεχνικές, τις πιέσεις, και τους χειρισμούς που χρησιμοποιεί, ενεργοποιεί τα αντανακλαστικά σημεία που συνδέονται με τα όργανα και τις περιοχές του σώματος έτσι ώστε ο οργανισμός να χαλαρώσει και να βρει την ισορροπία του. Απελευθερώνοντας τις ζωτικές δυνάμεις του οργανισμού δίνουμε την ευκαιρία στο σώμα να εναρμονίσει τις λειτουργίες του. Η ηρεμία του νευρικού συστήματος και η χαλάρωση των μυών απαλύνουν το μυϊκό πόνο, ανοίγουν τα τριχοειδή αγγεία και βελτιώνουν την κυκλοφορία του αίματος με αποτέλεσμα την καλύτερη οξυγόνωση των κυττάρων, την αποβολή των τοξινών και του CO2 και συνεπώς τη βελτίωση της λειτουργίας των οργάνων και των αδένων που οδηγεί στην αυτοθεραπευτική διαδικασία.
Κάθε οξεία ή υποξεία Παθολογική διαταραχή μπορεί να οδηγήσει τον ηλικιωμένο σε σημαντική ελάττωση των νοητικών και των σωματικών του λειτουργιών. Στις περισσότερες, πάντως, περιπτώσεις, με την κατάλληλη αντιμετώπιση των επιπλοκών και την υποχώρηση της οξείας διαταραχής, μπορεί να αναμένεται η επάνοδος του ηλικιωμένου ασθενούς στο βασικό επίπεδο λειτουργίας του.
Υπεύθυνος Καθηγητής: Ευφροσύνη Μάρδα, ρεφλεξολόγος.